Υπόθεση: Ο εξωηλιακός πλανήτης Σολάρις, ένας διαστημικός ωκεανός τυλιγμένος από σύννεφα, είναι στόχος επιστημονικής μελέτης των ανθρώπων της Γης, οι οποίοι έχουν εγκαταστήσει έναν διαστημικό σταθμό χωρητικότητας 85 αστροναυτών σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη. Αν και αρχικά απλά τον παρακολουθούν, κάποια στιγμή διατυπώνουν τη θεωρία ότι ο πλανήτης αυτός μπορεί να είναι ένα νοήμον εξωγήινο ον τεραστίων διαστάσεων. Αποφασίζουν, λοιπόν, να τον ενεργοποιήσουν, διαπερνώντας τον με ακτίνες φωτός υψηλής ενέργειας. Ξαφνικά, στον σταθμό αρχίζουν να λαμβάνουν χώρα παράξενα φαινόμενα, τα οποία συνοδεύονται από ανεξήγητες παραισθήσεις των μελών του πληρώματος, αναγκάζοντας τη γήινη διεύθυνση να λάβει μέτρα για τον τερματισμό του διαστημικού προγράμματος. Ταυτόχρονα, ο ψυχολόγος Κρις Κέλβιν, που έχει συντάξει το πόρισμα για το κλείσιμο του σταθμού, ταξιδεύει στον Σολάρις, προκειμένου να διερευνήσει τους λόγους που οδήγησαν το πλήρωμα στο σημείο να φλερτάρει με την παράνοια.
Το φινάλε της ταινίας –και συγκεκριμένα η σκηνή του γιγαντιαίου Space Child– μοιάζει να συνηγορεί ότι η εξέλιξη και η επιβίωσή μας προϋποθέτουν την κατάλυση των στενών ορίων –και περιορισμών– του είδους μας, το οποίο αποτελεί απλά μια σταγόνα στον συμπαντικό «ωκεανό». Ο Κιούμπρικ επιχειρεί να μεταδώσει αυτήν τη δύσκολα μεταβολίσιμη διαπίστωση στον θεατή καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, τηρώντας αποστασιοποιημένη σκοπιά και μην ενδίδοντας σε συναισθηματισμούς. Η εξελικτική πορεία αναπαρίσταται ως ένα μοναχικό ταξίδι προς το άγνωστο, μια πολλές φορές οδυνηρή υπαρξιακή αντιπαράθεση με την κοσμική άβυσσο, όπου στοιχεία όπως η ψυχρότητα και η σιωπή του Διαστήματος χρησιμοποιούνται για να υπερτονίσουν την ανθρώπινη ευαλωτότητα.
Συνολικά, το έργο, το οποίο έχει επανακυκλοφορήσει προσφάτως σε εντυπωσιακές ψηφιακές αποκαταστάσεις, αποπνέει μια αλλόκοσμη, υπερβατική ατμόσφαιρα και μια εξίσου σπάνια εικαστική μεγαλοπρέπεια, που κατακλύζουν τον δέκτη σε βαθμό σχεδόν συντριπτικό. Το ίδιο ισοπεδωτική είναι και η υπαρξιακή αγωνία που κουβαλά η «Οδύσσεια», υπερτονίζοντας την κοσμική μοναξιά του ανθρώπου, την αγωνιώδη αναζήτηση νοήματος και την ανάγκη σύνδεσης σε ένα σύμπαν που εκτείνεται πέρα από τη δική του κατανόηση. Η ψυχρή, αποστερημένη από συναίσθημα σκηνοθετική ματιά, εκτός από το να προσφέρει μια κρυστάλλινα αντικειμενική θεώρηση πάνω στα πράγματα, ώρες ώρες μοιάζει ικανή να εκμηδενίσει οποιονδήποτε και οτιδήποτε βρεθεί εντός παιδιάς. Με λίγα λόγια, στον κόσμο του Κιούμπρικ όλα είναι λεπτομερώς υπολογισμένα και επιβλητικά. Όλα μοιάζουν να διαρρέονται από μια δωρική «αμειλικτότητα», η οποία προκαλεί δέος και συνάμα εκμηδενίζει. Άλλωστε, τα πάντα είναι προσαρμοσμένα στους κανόνες και τα όρια της αυστηρής γεωμετρίας των κιουμπρικών πλάνων.
Ανθρωποκεντρική ποίηση
Από την άλλη, έχουμε το «Σολάρις»· ένα έργο που προέκυψε λίγα χρόνια αργότερα, ως έμμεση απάντηση του μεγάλου Ρώσου σκηνοθέτη Αντρέι Ταρκόφσκι στο σινεμά του Κιούμπρικ, καθώς είναι γνωστό ότι ο πρώτος είχε εκφραστεί με –αχρείαστα– πικρόχολα σχόλια για το magnum opus του Αμερικανού συναδέλφου του. Εδώ, στο κέντρο δεν βρίσκεται η «ανθρωπότητα», ως μικρό κομμάτι ενός ευρύτερου όλου, αλλά ο «άνθρωπος», σε όλη του την ψυχαναλυτική διάσταση. Το «Σολάρις» είναι ένα φιλμ αντίστοιχα βραδυφλεγές και υπνωτιστικό, από όπου πρακτικά απουσιάζει η μουσική επένδυση (δίνοντας και εδώ το έναυσμα να αφουγκρασθούμε και να συλλογισθούμε την αγωνία των παρατεταμένων σιωπών). Ωστόσο, ο ακαταμάχητος Ρώσος ποιητής των εικόνων κάνει «οικονομία» στο sci-fi υπερθέαμα και συμπληρώνει το κενό με χορταστικές διεισδύσεις στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων του.
Η ταινία του 1972 πραγματεύεται ψυχικά τραύματα, ανασφάλειες και πάνω από όλα την ανάγκη του ανθρώπου για (επανα)σύνδεση και συναισθηματική θαλπωρή, χρησιμοποιώντας τα ως εφαλτήριο για να ξεκινήσει ένα ταξίδι που οδηγεί στην ενσυναίσθηση, την αποδοχή και την αμφίδρομη επικοινωνία. Πρόκειται για ένα έργο που –για όποιον το αφουγκράζεται πραγματικά– είναι φανερό ότι διαθέτει καρδιακό παλμό και όχι… μηχανικό χτύπο. Ένα έργο, εντός του οποίου εμπεδώνεται ότι ο άνθρωπος αντιπροσωπεύει κάτι το «μεγάλο», και όχι κάτι που απλά θα χαθεί, σαν μια σταγόνα στον ωκεανό (σ.σ. όσο κι αν θα μπορούσε να συνηγορεί για το αντίθετο το τελευταίο πλάνο του Ρώσου σκηνοθέτη), ή θα μεταλλαχθεί και θα περάσει στην επόμενη «πίστα».
Ψάχνοντας για απαντήσεις στον διαστημικό σταθμό που έχει επισκεφθεί, ο ψυχολόγος Κρις θα ανακαλύψει ότι τα μέλη του πληρώματος είναι θύματα των τύψεών τους, οι οποίες υπό την επίδραση του πλανήτη Σολάρις παίρνουν ανθρώπινη σάρκα και οστά και τους καταδιώκουν. Θύμα αυτού του φαινομένου θα πέσει και ο ίδιος ο Κρις, ο οποίος κάποτε είχε εγκαταλείψει την αρραβωνιαστικιά του, Χάρυ, οδηγώντας τη στην αυτοκτονία. Τώρα, έκπληκτος θα τη δει να παρουσιάζεται ενώπιόν του, χωρίς η τελευταία να γνωρίζει ότι είναι απλά ένα είδωλο της πραγματικής αυτόχειρος – και, άρα, αποτελεί αντικατοπτρισμό των τύψεων του Κρις.
Τελικά, η ταινία του Ταρκόφσκι δίνει όλες τις απαιτούμενες απαντήσεις μέσα από τη δοκιμασία που βιώνουν οι θαμώνες του διαστημικού σταθμού. Ο Κρις, σε αντιδιαστολή με τους δύο εναπομείναντες του βασικού πληρώματος, αποδέχεται την «Ερινύα» του. Αντιθέτως, εκείνοι προσπαθούν πάση θυσία να κρύψουν όλα όσα τους καταδιώκουν κάτω από το «χαλί» – τα αφήνουν ακωδικοποίητα, τα «κουκουλώνουν», με μόνο αποτέλεσμα αυτά τα «φορτία» να επανέρχονται δριμύτερα μετά από λίγο. Η «λύση» δίνεται χάρη στη δύναμη της ανιδιοτελούς αγάπης και της ενσυναίσθησης που αναπτύσσεται μεταξύ των Κρις και Χάρυ, καθώς τα αισθήματα που τρέφουν γίνονται εντέλει μέσο επικοινωνίας μεταξύ του Σολάρις και του ανθρώπινου γένους, κλείνοντας τον κύκλο των εκατέρωθεν εχθροπραξιών (μεταξύ των ανθρώπων και του εξωγήινου όντος).
«Σταυροδρόμι» ανταλλαγής απόψεων μεταξύ δύο κορυφαίων δημιουργών
Μπορεί η φιλοδοξία του Κιούμπρικ να «γέννησε» το πιο ολοκληρωμένο και θαυμαστό έργο επιστημονικής φαντασίας στην ιστορία του σινεμά, ωστόσο η «απάντηση» του Ταρκόφσκι αποτέλεσε μία αντίστοιχα εγκεφαλική και, ταυτόχρονα, βαθιά ψυχαναλυτική εκδοχή στενής επαφής τρίτου τύπου.
Ο πρώτος πήρε τη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση από τον άνθρωπο και κοίταξε στα μάτια –χωρίς περιστροφές– τη γενική κοσμική αλήθεια, ενώ ο δεύτερος τον «αμφισβήτησε», προβαίνοντας στη στενότερη δυνατή προσέγγιση της ανθρώπινης ψυχής και φωτίζοντας τα μύχιά της. Στο τέλος της ημέρας, η «Οδύσσεια» και το «Σολάρις» είναι δύο ταινίες που εκπροσωπούν εκ διαμέτρου αντίθετες κοσμοθεωρίες (δεν είναι τυχαίο ότι ο Ταρκόσφκι ήταν ένας βαθιά θρησκευόμενος χριστιανός ορθόδοξος, ενώ ο Κιούμπρικ δεν πίστευε σε κάποιο δόγμα), ωστόσο, πέρα από αυτόφωτα αριστουργήματα, απαρτίζουν και ένα άτυπο «σταυροδρόμι» ανταλλαγής απόψεων μεταξύ δύο μεγάλων δημιουργών της έβδομης τέχνης. Όσο για τον τελικό κερδισμένο; Αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον θεατή.
Το «Σολάρις» προβλήθηκε στο αθηναϊκό θερινό σινεμά Ριβιέρα την Κυριακή 31 Αυγούστου, στο πλαίσιο τριήμερου αφιερώματος στον Αντρέι Ταρκόφσκι.
Πηγή: ypaithros.gr | Συντάκτης: Γαργαλάκος Νίκος
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα αφαιρέσουμε. Τα άρθρα που δημοσιεύονται εκφράζουν τον/την συντάκτη/τριά τους και οι θέσεις δεν συμπίπτουν κατ’ ανάγκην με την άποψη του energy942.gr (φωτογραφίες από διαδίκτυο).